Η αρχαία Καλυδώνα υπήρξε μια από τις σημαντικότερες πόλεις της Αιτωλίας. Η ισχυρή οχύρωσή της, κλασικής - ελληνιστικής περιόδου, απλώνεται σε δύο γειτονικούς λόφους με την ονομασία «Κούρταγα» κοντά στο σημερινό Ευηνοχώρι. Κτισμένη στη δεξιά όχθη του Ευήνου ποταμού κατείχε στρατηγική θέση στην είσοδο του Κορινθιακού κόλπου, καθώς ήλεγχε το θαλάσσιο δρόμο που οδηγούσε στο Ιόνιο και την Αδριατική. Διέθετε μάλιστα και λιμάνι, το οποίο ταυτίζεται με το Κρυονέρι. Σύμφωνα με τη μυθολογία ιδρυτής της θεωρείται ο Καλυδώνας, γιος του γενάρχη της Αιτωλίας Αιτωλού. Η πόλη έχει συνδεθεί με έναν από τους πιο γνωστούς μύθους της αρχαιότητας, αυτόν της Θήρας του Καλυδώνιου Κάπρου, τον οποίο κατάφερε να εξοντώσει ο Μελέαγρος, γιος του βασιλιά της Καλυδώνας Οινέα, με τη βοήθεια της Αταλάντης.
Ελάχιστες είναι οι αρχαιολογικές μαρτυρίες που έχουμε στη διάθεσή μας για τη μυκηναϊκή εποχή, αν και η Καλυδώνα είναι μία από τις πέντε αιτωλικές πόλεις που συμμετείχαν στην Τρωική Εκστρατεία με σαράντα πλοία υπό τον βασιλιά Θόα, γιο του Ανδραίμονα, όπως μας περιγράφει ο Όμηρος στον περίφημο «Νηών Κατάλογο». Αξιόλογα ευρήματα από τάφους της Πρωτογεωμετρικής εποχής (10ος - 9ος αι. π.Χ.) διαφωτίζουν τις γνώσεις μας για τους κρίσιμους αιώνες της μετάβασης από τα προϊστορικά στα ιστορικά χρόνια. Στη Γεωμετρική εποχή (9ος - 8ος αι. π.Χ.) αρχίζει η άσκηση λατρείας στο χώρο που αργότερα ιδρύθηκε το Λάφριο ή Λαφριαίο, ιερό αφιερωμένο στην Άρτεμη Λαφρία και τον Απόλλωνα Λάφριο.
Σημαντικό μνημείο επίσης είναι το Ηρώο. Πρόκειται για τετράπλευρο κτήριο με αυλή στο κέντρο του, προστώο και είσοδο στη βόρεια πλευρά και μικρά δωμάτια τόσο στη βόρεια όσο και στην ανατολική. Στο υπόγειο του πιο σημαντικού, του λατρευτικού δωματίου, υπήρχε τάφος - κρύπτη. Το νεκρικό θάλαμο έφραζε μαρμάρινη θύρα, στο δε κυρίως λατρευτικό δωμάτιο βρέθηκαν έντεκα μαρμάρινες προτομές θεών και ηρώων (Μελέαγρος, Ηρακλής, Έρωτας, Δίας, Αφροδίτη armata, κ.ά.).
Άλλα σημαντικά μνημεία της πόλης είναι το θέατρο που έχει έλθει στο φως στη νότια πλαγιά του λόφου του Λαφριαίου. Έχει ορθογώνια ορχήστρα, το κοίλο του αποτελείται από εικοσιέξι σειρές εδωλίων, ενώ ελάχιστα τμήματα έχουν αποκαλυφθεί από το σκηνικό οικοδόμημα και το προσκήνιο. Πρόσφατες έρευνες στο εσωτερικό της πόλης έχουν αποκαλύψει τμήματα του πολεοδομικού ιστού της, εργαστηριακή εγκατάσταση, μεγάλο κτηριακό συγκρότημα με χώρο λατρευτικού χαρακτήρα. Η πόλη διέθετε περισσότερα του ενός νεκροταφεία, τα ευρήματα των οποίων μαρτυρούν ακμή της στα υστεροκλασικά και ελληνιστικά χρόνια. Μετά το 31 π.Χ. και την αναγκαστική μετοίκηση των κατοίκων της στη νεοϊδρυθείσα από τον Οκταβιανό Αύγουστο Νικόπολη, η πόλη παρακμάζει.